H Ευρώπη «ανακάλυψε» τις παραβιάσεις εναερίου χώρου και τρέχει να θωρακιστεί απέναντι στη Ρωσία
Ανέτοιμη να απαντήσει επί του πεδίου εάν απαιτηθεί σε ζητήματα ασφαλείας εμφανίζεται για μία ακόμη φορά η Ευρώπη που τρέχει να θωρακίσει την άμυνά της απέναντι στις ρωσικές απειλές στα ανατολικά σύνορα της.


Μπροστά στη σοβαρότερη κρίση ασφάλειας που έχει αντιμετωπίσει τις τελευταίες δεκαετίες βρίσκεται η Ευρώπη, με τη Μόσχα να έχει στρέψει το βλέμμα δυτικά «τεστάροντας» σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο τις αντιδράσεις τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό, όμως, που φαίνεται να επιχειρείται με τις πρόσφατες παραβιάσεις του εναερίου χώρου της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Εσθονίας από ρωσικά μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα και μαχητικά αεροσκάφη MIG, εκτός από το γεγονός ότι πρόκειται για άμεσες επιθέσεις στο έδαφος της Γηραιάς Ηπείρου, είναι να πληγεί παράλληλα και η αξιοπιστία του ΝΑΤΟ, η οποία, τα τελευταία χρόνια, έχει κλονιστεί με δηλώσεις στο υψηλότερο επίπεδο, όπως του Εμανουέλ Μακρόν που είχε χαρακτηρίσει τη Συμμαχία «νεκρή» ή του Ντόναλντ Τραμπ, όταν τον περασμένο Μάρτιο έθετε υπό αμφισβήτηση την προθυμία του να υπερασπιστεί τους συμμάχους, δηλώνοντας ότι δεν θα το πράξει εάν δεν καταβάλλουν επαρκή ποσά για την άμυνα τους.
Και μία ρωσική «νίκη» δεν είναι απαραίτητο να είναι αποτέλεσμα σύγκρουσης επί του πεδίου. Άλλωστε, η Μόσχα έχει ήδη ένα στρατιωτικό μέτωπο ανοικτό με την Ουκρανία. Ωστόσο, εάν καταφέρει με κινήσεις όπως οι παραβιάσεις του ευρωπαϊκού εναέριου χώρου να δημιουργήσει ρήγμα μεταξύ των κρατών, με τις χώρες της Βαλτικής το επόμενο διάστημα να αισθάνονται απομονωμένες και να μετρούν «φίλους» με αφορμή το ποιοί σπεύδουν ή θα σπεύσουν να βοηθήσουν όταν απαιτηθεί και ποίοι όχι, τότε θα πρόκειται για μία στρατηγική νίκη της Ρωσίας.
Επιπλέον, η Ρωσία, ακόμη και στη σύγκριση των στρατιωτικών δυνάμεων και έχοντας απέναντι της μεμονωμένες χώρες με ιδία μέσα ή ακόμη και με την υπάρχουσα βοήθεια του ΝΑΤΟ, έχει στην παρούσα φάση επιτύχει να φαίνεται ισχυρότερη. Και όλα αυτά λαμβάνοντας υπόψη τη στάση της Ουάσιγκτον, η οποία ναι μεν τις τελευταίες ημέρες μέσω αξιωματούχων διαμηνύει ότι θα υπερασπιστεί κάθε σπιθαμή του νατοϊκού εδάφους, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν είναι αυτή που ηγείται της αντίδρασης της Συμμαχίας, όπως συνέβαινε σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν.
Η Ευρώπη «ανακάλυψε» τις παραβιάσεις του εναερίου χώρου
Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρώπη, έχοντας όμως επί δεκαετίες αφήσει εκτός σχεδιασμού την ενίσχυση της άμυνάς της, επιχειρεί να καλύψει το «κενό» που έχει δημιουργηθεί τόσο σε πολιτικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο. Ενώ οι Βρυξέλλες μέσω του προγράμματος «Rearm Europe» βρίσκονται στην αρχή μίας μακράς διαδικασίας για τη στρατιωτική ενίσχυση των κρατών - μελών της ΕΕ, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν προτείνει για την υπεράσπιση των ανατολικών συνόρων τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού «Drone Wall», με την πρόεδρο της Κομισιόν να εκπέμπει σήμα κινδύνου στους «27», λέγοντας χαρακτηριστικά ότι η Ένωση πρέπει να «ακούσει το κάλεσμα των φίλων της από τη Βαλτική».
Στόχος είναι το «Drone Wall» να προστατεύει την περιοχή από τη Βαλτική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα ανιχνεύοντας και αναχαιτίζοντας απειλές με τη χρήση ραντάρ και drones, σε συνδυασμό με συμβατικά οπλικά συστήματα όπως αντιαεροπορικοί πύραυλοι και μαχητικά αεροσκάφη.
Άλλωστε, τα διδάγματα της πολεμικής σύρραξης στην Ουκρανία με τη μαζική χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών είναι σαφή: η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει άμεσα τον «παραδοσιακό» τρόπο με τον οποίο έχει μάθει να πολεμά. Τα drones έχουν μετατραπεί σε βασικά εργαλεία των σύγχρονων στρατιωτικών επιχειρήσεων, τόσο στην άμυνα όσο και στην επίθεση, γεγονός που απαιτεί την αλλαγή νοοτροπίας πολλών ευρωπαϊκών στρατών.
Η δημιουργία, όμως, του «Drone Wall» είναι μια χρονοβόρα διαδικασία, ακόμη και στην περίπτωση που οι Βρυξέλλες αποφασίσουν να κινηθούν «fast track», όπως συνέβη στην περίπτωση της επιχείρησης «ΑΣΠΙΔΕΣ» στην Ερυθρά Θάλασσα. Αρχικά, προϋποθέτει να συμφωνηθούν οι τρόποι χρηματοδότησης και εν συνεχεία να βρεθούν οι αμυντικές βιομηχανίες που είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στις παραγγελίες, αφού προηγουμένως οι αρμόδιες επιτροπές έχουν καταλήξει στα κατάλληλα συστήματα. Παράλληλα, απαιτούνται μήνες εκπαίδευσης ώστε τα συστήματα drone να αναπτυχθούν μαζικά στο πεδίο «χτίζοντας» το «Drone Wall». Και ο χρόνος πιέζει.